Παρουσιάσεις 2000 - 2001




ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΓΙΑΝΝΗ ΖΟΥΓΑΝΕΛΗ

Της Ευαγγελίας Παπανικολάου

Αν με ρωτάγατε, θα σας έλεγα πως η πραγματική μου επιθυμία θα ήταν να σταμάταγα τους δείκτες του χρόνου για να σας διάβαζα όλες και τις 604 σελίδες του αυτοβιογραφικού αφηγήματος του Γιάννη – «Ο ήχος της σάλπιγγος», έτσι όπως τις βίωσα! Επειδή όμως αυτό δεν γίνεται, απλά σας μεταφέρω το συναίσθημα της βραδιάς που μοιραστήκαμε μαζί του πριν 6 μήνες, στις 17 Δεκεμβρίου, για όσους δεν την έζησαν μαζί μας.

Χριστουγεννιάτικος διάκοσμος στο εργαστήρι Οινοποείας του αδελφού μου, όπου χάνεσαι έτσι κι αλλοιώς σε άλλους χρόνους.
Εμείς στριμωγμένοι δίπλα στο Γιάννη, ακουμπούσαμε τις ανάσες μας στη δική του, αναπνέαμε τον λόγο του, φοράγαμε τον ήχο του, ήταν μια μαγευτική εμπειρία για όλους μας. Αμέσως διαπιστώσαμε πως ήταν η ενσάρκωση του βιβλίου του, καθ’ ότι ταυτόσημες έννοιες – εκείνος – ήχος, το βιβλίο του – λόγος, η ατμόσφαιρα – ήχος και λόγος. Φύγαμε γεμάτοι!

Ο Γιάννης Ζουγανέλης γεννήθηκε στον Κοκκινόβραχο της Αμφιάλης το Δεκέμβριο του 1938.
Στο σήμερα ένας παγκόσμια καταξιωμένος μουσικός – ποιος δεν τον ξέρει απ’ όσους ασχολήθηκαν με την «καλή μουσική», στο τότε δεν μπορώ να αντισταθώ να μη σας διαβάσω έστω μια παράγραφο από τις 19χρονες σκέψεις του…

…Στηρίζω την πλάτη μου σ’ έναν ευκάλυπτο πλάι στη σιδηροδρομική γραμμή, κοιτώ γενικά αλλά και ειδικά τους ίσκιους που κάνουν τα δέντρα. Σκέπτομαι : Θα ήθελα να ήμουν άγιος; Δεν θα ήθελα. Αρχιμανδρίτης; Όχι. Έτσι όπως είμαι; Προσπαθώ να δω πώς είμαι, δεν ξέρω τίποτα για τον εαυτό μου, αυτή η σύγχυση που έχω είναι η αφορμή των πιο αντιφατικών αισθημάτων, μου αρέσει όπως είμαι, καλά είμαι!

Αν μπορεί ο άνθρωπος να ζει χωρίς ανθρώπους, χωρίς τόπους δεν μπορεί να ζει…συμφωνώ μαζί του!

----------------------------------------------------------------------------------------------------------

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΒΑΣΙΛΗ ΜΠΟΥΤΟΥ
Εμείς τον γνωρίσαμε πριν 2 περίπου μήνες. Κοντά του μοιραστήκαμε μια ζεστή και συγκινητική βραδιά συζητώντας το τελευταίο του βιβλίο «Τα δάκρυα της βασίλισσας».
Εκείνος ξεκινάει το 1986 τα πρώτα του συγγραφικά βήματα με τη δημοσίευση στην «ΟΔΟ ΠΑΝΟΣ» ενός διηγήματος με θέμα τα Δημόσια Ψυχιατρεία της Κέρκυρας, όπου καταγράφει τις εντυπώσεις του από την εκεί επίσκεψή του.
Αποδεικνύεται πολυγραφότατος. Ακολουθούν βιβλία όπως – «Ο Ιωάννης Μαρία του φθινοπώρου με το θέμα του να εξελίσσεται στη Βεργίνα με φόντο τους Μακεδονικούς τάφους , «Η συκοφαντία του αίματος» , που αναφέρεται στο διωγμό της ΕβραΪκής κοινότητας από τους Γερμανούς το 1944 στις 17 Ιουνίου ( δηλ. πριν 57 χρόνια !) , το αφήγημα «Χρίσμα» , που είναι μια περιπέτεια στο χρόνο και τον τόπο των Ελλήνων , με οδηγό τη γλώσσα και πολλά άλλα ,για να καταλήξει στα «Δάκρυα της βασίλισσας» , όπου αναζητά την Ελλάδα στη περιπέτειά της μέσα στο χρόνο που αφορά το τέλος του Εμφυλίου Πολέμου, τοποθετώντας τους ήρωες μέσα και γύρω από τις Παιδοπόλεις της Φρειδερίκης (όπως χαρακτηριστικά λέγονταν) το 1949-50.
Ο Βασίλης Μπούτος, γεννημένος στο Μακρυχώρι της Λάρισας το 1959 έλκεται από την ιστορία της Ελλάδας με μεα ιδιαίτερη ευαισθησία, έχοντας μέσα τους μεγάλο απόθεμα τρυφερότητας, συμπόνοιας και συμπαράστασης για τους ήρωές του και καταφέρνει να παρασύρει εμάς τους αναγνώστες του στο να ακολουθούμε τους τόπους και τους χρόνους αυτών των ηρώων, όπως του μικρού Θωμά της Παιδόπολης της Άρτας, που το 1949 ζούσε τον δικό του ουρανό , γη δική του γη κι εμείς …πατούσαμε τα ίχνη του και μοιραζόμαστε το βάρος του!
Tο λυπημένο φεγγαράκι , μια άσπρη κηλίδα στο σκούρο ουρανό, σηματοδοτούσε με τη παρουσία του τον ακινητοποιημένο χρόνο. Κομμάτια σκοταδιού παντού και χιόνια λερωμένα από φόβο. Δυο τρία βήματα ξεχασμένα πάνω στη παγωμένη γη και ένα πουλί σαν κάργια θανάτου φτεροκοπούσε ακίνητη στα δεξιά του κάδρου. Ένα ημιφωτισμένο κελί, ίσως τα μαγειρεία , η αποθήκη των καυσόξυλων ή το διοικητήριο στο πίσω μέρος του οποίου τώρα βρισκόταν, ορθονώταν επίφοβα κι αυτό προς τον σκοτεινό ουρανό , δημιουργώντας έναν φανταστικό Μέλανα Δρυμό συναισθημάτων...
…το παιδί, τυλιγμένο τον μανδύα του φόβου και της μοναξιάς, έτρεχε για να χωθεί κάτω από ένα κιόσκι αφήνοντας πίσω τη σκιά του να τρέχει το ίδιο απελπισμένα. Καμιά μουσική δεν ακουγόταν στα τοπία – μια απόκοσμη σιωπή ήταν απλωμένη παντού σαν απαράβατη εντολή ενός θεού θυμωμένου για τη κατάντια των ανθρώπων ...
Ένας προσεκτικός θεατής αν έστηνε αυτί μπορεί, μεσ’απ’ αυτή τη λευκή σιωπή, να άκουγε τον ανασασμό της σαβανωμένης γης και τον επικήδειο στεναγμό των κρυμμένων άστρων.
-------------------------------------------------------------------------------------------------------------- 

ΚΩΣΤΗΣ ΓΚΙΜΟΣΟΥΛΗΣ
 
«ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΤΟΥ»
Της Κατερίνας Παπουτσή

Στα βιβλία τους αναγνωρίσαμε άγνωστες πλευρές του εαυτού μας, ξεχασμένες αισθήσεις, συγκινήσεις που ήρθαν στην επιφάνεια με τη διακριτική μεσολάβησή τους. Ταυτιστήκαμε με τους ήρωές τους, ταξιδέψαμε, ονειρευτήκαμε και … κάποια στιγμή θελήσαμε να γνωρίσουμε και τους ίδιους. Καλεσμένοι της ομάδας βιβλίου του Καλλιτεχνικού Εργαστηρίου Ελευσίνας οι συγγραφείς και ποιητές που αγαπήσαμε μιλούν για τις εντυπώσεις που άφησε σ’ εκείνους το πέρασμά τους απ’ την πόλη μας καθώς κι η επαφή τους με την ομάδα αυτή.

Την πρώτη φορά ταξιδέψαμε μαζί του ΩΣ ΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΗ. Τη δεύτερη θέλοντας να πάρουμε μια γεύση από «ΜΑΥΡΟ ΧΡΥΣΟ» στον «ΗΛΙΟΠΟΤΗ» όπου τον καλέσαμε, δημιουργήθηκε το αδιαχώρητο!! Ο ποιητής και συγγραφέας Κωστής Γκιμοσούλης δέχτηκε πρόθυμα να μιλήσει για τις εντυπώσεις που άφησε μέσα του το πέρασμά του απ’ την Ελευσίνα. Παραθέτω τα κυριότερα σημεία μιας φιλικής κουβέντας που είχα μαζί του ζητώντας συγνώμη που ο περιορισμένος χώρος της εφημερίδας δεν επιτρέπει την αυτούσια παράθεσή της. Ας τον ακούσουμε.

ΕΡΩΤ: Όταν για πρώτη φορά σε πήρα τηλέφωνο και σου είπα: «είμαστε μια ΟΜΑΔΑ ΒΙΒΛΙΟΥ απ’ την Ελευσίνα έχουμε αυτούς τους στόχους, κάνουμε αυτά τα πράγματα και θέλουμε να έρθεις στην ομάδα να σε γνωρίσουμε, να συζητήσουμε μαζί σου». Πως, το άκουσες;

ΚΩΣΤΗΣ ΓΚΙΜΟΣΟΥΣΗΣ: Δεν ακούω συνήθως, «Τι είναι ομάδα» κλπ. Αυτό το διαπιστώνεις τη στιγμή που πας. Στην αρχή σου μένει η φωνή, η επαφή δηλαδή. Ε! απ’ τη φωνή κατάλαβα ότι υπάρχει κάποιο ενδιαφέρον.

ΕΡΩΤ: Και μετά, όταν ήρθες;

ΚΩΣΤΗΣ ΓΚΙΜΟΣΟΥΛΗΣ: Μετά όταν ήρθα είδα ότι πράγματι υπάρχει ενδιαφέρον για το βιβλίο το οποίο ξεκινάει από ενδιαφέρον ανθρώπινο. Το βιβλίο είναι η αφορμή για μια προσπάθεια κοινωνικοποίησης.

ΕΡΩΤ: Σου δημιουργήθηκε καθόλου η απορία: «γιατί, αφού η ανάγνωση είναι μια σχέση καθαρά προσωπική – αυτός που διαβάζει απομονώνεται – εμείς θελήσαμε να τη «σπάσουμε» κατά κάποιον τρόπο. Να συζητήσουμε δηλαδή όλα αυτά τα συναισθήματα που γεννά η ανάγνωση ενός κειμένου;»

ΚΩΣΤΗΣ ΓΚΙΜΟΣΟΥΛΗΣ: Απομονώνεσαι για να έρθεις μετά πιο κοντά στους άλλους. Νομίζω πως περισσότερο έχει να κάνει με μια διάθεση συλλογική, δική σας αυτό το πράγμα. Το βιβλίο είναι ένας τρόπος να μιλήσεις, να χρησιμοποιήσετε έναν συγγραφέα σαν προβοκάτορα για ν’ αρχίσει μια συζήτηση. Κάπως έτσι!

ΕΡΩΤ: Ένας τρόπος να πολεμάμε τις δυσκολίες που παρουσιάζονται κάθε μέρα.

ΚΩΣΤΗΣ ΓΚΙΜΟΣΟΥΛΗΣ: Τη Ρουτίνα;

ΕΡΩΤ: Όχι μόνο τη ρουτίνα. Και πιο δύσκολα πράγματα.

ΚΩΣΤΗΣ ΓΚΙΜΟΣΟΥΛΗΣ: Υπάρχει πιο δύσκολο απ’ τη ρουτίνα; Είναι το πιο επικίνδυνο απ’ όλα πάντως. Σχηματίζεται κατευθείαν σαν αρρώστια.

ΕΡΩΤ: Πράγματι η ρουτίνα είναι μια μεγάλη δυσκολία, αν και ο καθένας έχει να πολεμήσει τα δικά του.

ΚΩΣΤΗΣ ΓΚΙΜΟΣΟΥΛΗΣ: Ναι, αλλά σαν ρουτίνα ορίζουμε το γεγονός του να είναι τα πράγματα άνοστα. Κι αυτό είναι επικίνδυνη ασθένεια. Ξεκινάνε μεγάλα κακά από κει.

ΕΡΩΤ: Πριν έρθεις στην ΟΜΑΔΑ ΒΙΒΛΙΟΥ είχες ξανάρθει στην Ελευσίνα νομίζω.

ΚΩΣΤΗΣ ΓΚΙΜΟΣΟΥΛΗΣ: Ναι, είχα ξανάρθει.

ΕΡΩΤ: Πως, σου φαίνεται σαν πόλη;

ΚΩΣΤΗΣ ΓΚΙΜΟΣΟΥΛΗΣ: Δεν την είχα γνωρίσει, γιατί πάντα πέρναγα πηγαίνοντας κάπου αλλού. Μετά, γνώρισα το σημείο που είναι τ’ αρχαία. Είναι περίεργη πόλη, αντιφατικός ο τρόπος που τη βλέπεις γιατί απ’ τη μια μεριά υπάρχει όλο αυτό το μυστήριο κι απ’ την άλλη για κάποιον που δεν την ξέρει δείχνει μια πόλη απρόσωπη. Απρόσωπη και λίγο άσχημη θα μπορούσες να την κάνεις. Είναι ο δρόμος που περνάς (η παλαιά Εθνική) που πάντα έχει μεγάλη κυκλοφορία, πετάγονται διάφοροι, μάλλον θέλεις να φύγεις γρήγορα. Όταν ανακάλυψα το μέρος που είναι τ’ αρχαία – εκεί το ρολόι μου άρεσε πάρα πολύ – μπόρεσα να τη δω διαφορετικά την Ελευσίνα. Μετά έκανα μια βόλτα και τη γνώρισα λιγάκι μέσα. Τελικά δείχνει ένα πρόσωπο τελείως διαφορετικό απ’ αυτό που φαίνεται απ’ έξω.

ΕΡΩΤ: Πήγες καθόλου στο λιμάνι;

ΚΩΣΤΗΣ ΓΚΙΜΟΣΟΥΛΗΣ: Ναι βέβαια! Κι εκεί κάτω σ’ ένα σημείο που είναι κάτι ψηλά κτίρια σαν πύργοι.

ΕΡΩΤ: Και μια ψηλή Καμινάδα του IRIS;

ΚΩΣΤΗΣ ΓΚΙΜΟΣΟΥΛΗΣ: Ακριβώς. Πολλές φορές το έκανα σαν βόλτα απ’ την Αθήνα. Πήγαινα εκεί καθόμουνα λίγο και μετά ξαναγύρναγα. Ν’ αλλάξω παραστάσεις.

ΕΡΩΤ: Τι σε τραβάει περισσότερο σε μια πόλη, τα τοπία της ή οι άνθρωποι;

ΚΩΣΤΗΣ ΓΚΙΜΟΣΟΥΛΗΣ: Απ’ όλα. Η Ελευσίνα δεν είναι τόσο μακριά για να πεις ότι έχεις αφήσει πίσω σου τελείως την Αθήνα. Αν και βέβαια με την ομάδα σας υπάρχει κάτι παραπάνω για να ξεχάσω, κάποιες φορές ένοιωσα ότι βρισκόμουνα κάπου αλλού. Τώρα για να συνδεθείς κατά κάποιον τρόπο μαζί της πρέπει να περπατήσεις με τα πόδια, να γνωρίσεις ανθρώπους, να φας σε σπίτια, να κοιμηθείς…

ΕΡΩΤ: Η Ελευσίνα προσφέρεται πάντως να την περπατήσει κάποιος ακόμα.

ΚΩΣΤΗΣ ΓΚΙΜΟΣΟΥΛΗΣ: Μερικά σημεία ναι, όντως. Αν και έχει αρχίσει μια Αθηνοποίηση, το βλέπεις. Στην παραλία με τα πολλά στέκια και στο πρόσωπο που βλέπεις περνώντας απ’ το δρόμο της παλιάς εθνικής. Έχει σχηματιστεί εκεί μπροστά από το άγαλμα του Αισχύλου μια κρούστα κι αυτό που σου δημιουργεί αν δεν τη γνωρίζεις είναι μια αίσθηση ασχήμιας.. Η αίσθηση ότι είναι μια πόλη βιασμένη το νοιώθεις αυτό. Ειδικά άμα μπεις στον αρχαιολογικό χώρο και κοιτάξεις από κείνο το σημείο που φαίνεται η θάλασσα… μιλάμε για χοντρό βιασμό.
… Αυτός ο βιασμός σίγουρα κατά κάποιον τρόπο περνάει και στους ανθρώπους. Νομίζω πως οι παππούδες και οι γιαγιάδες θα διατηρούν ακόμα τη νηφαλιότητα του «τίποτα δεν έχει αλλάξει». Απ’ την άλλη το ότι είναι κοντά στην Αθήνα συγχρόνως σου δίνει ορισμένες φορές ένα σπρώξιμο…

ΕΡΩΤ: Για να ξανάρθεις; Ή να μη θες να ξαναπεράσεις;

ΚΩΣΤΗΣ ΓΚΙΜΟΣΟΥΛΗΣ: Έχω έρθει και μετά την βραδιά που κάναμε στην ομάδα βιβλίου και θα ξανάρθω. Είναι από τα μέρη που περνάω πάντα ειδικά όταν έχει λιακάδα το χειμώνα, είναι η πιο κοντινή βόλτα. Και το καλοκαίρι στον αρχαιολογικό χώρο εκεί στη σπηλιά που έχει μπαίνοντας είναι πολύ δροσερά. Τώρα μου δημιουργήθηκε μια επιπλέον συμπάθεια μ’ αυτήν την ομάδα.

ΕΡΩΤ: Το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να σ’ ευχαριστήσουμε.

ΚΩΣΤΗΣ ΓΚΙΜΟΣΟΥΛΗΣ: Κι εγώ επίσης.

Τα βιβλία του Κωστή Γκιμοσούλη κυκλοφορούν απ’ τις Εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ. Τελευταία του δουλειά το βιβλίο με τίτλο «Μαύρος Χρυσός» Εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ 2000
(ποιήματα + πεζά + ζωγραφιές).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου