2005 - Νίκος Καββαδίας - της στεριάς μας - της θάλασσάς του

Αισχύλεια 2005

Παρασκευή 21 Οκτωβρίου 2005

Παλιές αποθήκες ΕΛΑΙΟΥΡΓΙΚΗΣ - Ελευσίνα


Απάνωθέ μου σκούπισε
τη θάλασσα
που στάζω
και μάθε με να περπατώ
πάνω στη γη
σωστά

Ν.Κ


Είναι που τα βήματά μας δε μπορούν να μην ακολουθήσουν τις γραμμές των οριζόντων του,
Είναι που ο στίχος, ο ήχος, η εικόνα δεν αντέχουν να κρυφτούν απ’ το άγρυπνο βλέμμα του,
Είναι που η στεριά μας συνάντησε τη θάλασσά του

… και ταξιδεύει αδιάκοπα την ατέλειωτη γη.

Η εκδήλωση ήταν ενταγμένη στα πλαίσια των Αισχυλείων 2005, στο διήμερο αφιέρωμα του Δήμου Ελευσίνας στο Νίκο Καββαδία.

Αρχικά ήταν προγραμματισμένη να γίνει στις 30 Σεπτεμβρίου 2006, στο παλαιό εργαστάσιο ΚΡΟΝΟΣ. Λόγω βροχής αναβλήθηκε για τις 21 Οκτωβρίου 2006 στις παλιές αποθήκες της Ελαιουργικής.

Την επόμενη μέρα έγινε στον ίδιο χώρο η συναυλία του Θάνου Μικρούτσικου με τον Γιάννη Κούτρα και το Χρήστο Θηβαίο, κλείνοντας έτσι το διήμερο αφιέρωμα στο μεγάλο ποιητή.

Κείμενα και αποσπάσματα από το έργο του ποιητή διάβασαν η Αλέκα Παΐζη και η Πόπη Παπαγγελή
Μελοποιημένη ποίηση ερμήνευσαν οι: Μαρίνα Τσουρέ, Βαγγέλης Κατσίποδας και Σοφία Τζαβάρα

Στο πιάνο συνόδευσε ο Δημήτρης Ανδρώνης

Ταυτόχρονα προβλήθηκε φωτογραφικό υλικό και βίντεο για τη ζωή του ποιητή, φωτογραφίες από τη συλλογή «Λιμάνια» του Νίκου Καλύβα, από την ταινία «Between the davil and the deep blue sea» βασισμένη στο αφήγημα «ΛΙ» του ποιητή και από το ντοκυμαντέρ« Une croisiere sur la vie» της Γαλλικής τηλεόρασης.



Ευχαριστούμε για τη συνεργασία:

Την Αλέκα Παΐζη για την ανάγνωση των αποσπασμάτων από το έργο του ποιητή.

Την Πόπη Παπαγγελή για την ανάγνωση των κειμένων.

Τους: Μαρίνα Τσουρέ, Σοφία Τζαβάρα, Βαγγέλη Κατσίποδα (Φωνή) και Δημήτρη Ανδρώνη (Πιάνο) για την ερμηνεία των τραγουδιών.

Τη Βούλα Ανδρώνη για την προβολή του φωτογραφικού υλικού

Οι φωτογραφίες που προβλήθηκαν είναι:

- Του Νίκου Καλύβα
- Του Κώστα Ανδρώνη
- Των Δ. Κοσμετάτου, Δ. Λιοσάτου, Δ. Μαρκέτου, Δ. Ρένεση, μελών του Παγκεφαλληνιακού Σωματείου Ναυτικών Συνταξιούχων και Εν Ενεργεία “ΝΙΚΟΣ ΚΑΒΒΑΔΙΑΣ”

- από την κινηματογραφική ταινία “Between the devil and the deep blue sea” που είναι βασισμένη στο αφήγημα “ΛΙ” του Ν. Καββαδία

- από το περιοδικό “Επτά Ημέρες” της Καθημερινής της Κυριακής 28 Φεβρουαρίου 1999

Ψηφιακή επεξεργασία φωτογραφιών: Κώστας Ανδρώνης


Ευχαριστούμε επίσης:

Την Έλγκα Καββαδία για την ευγενική παραχώρηση του υλικού:

- την ταινία “Between the devil and the deep blue sea”.
- το ντοκυμαντέρ “Une croisiere sur la vie” του καναλιού ARTE της Γαλλικής τηλεόρασης.
- την κασέτα με τη φωνή του Νίκου Καββαδία που απαγγέλλει ποίησή του.

Τον Γιώργο Ζεβελάκη για τις πληροφορίες, αλλά και την εμπιστοσύνη που μας έδειξε.

Τον Ανδρόνικο Τρίτση για την παραχώρηση του βιβλίου του Τάσου Κόρφη “ Νίκος Καββαδίας - Συμβολή στη μελέτη της ζωής και του έργου του - ΚΕΔΡΟΣ 1978” στο οποίο βασίστηκαν τα κείμενα της εκδήλωσης.

Τον εκδοτικό οίκο ΑΓΡΑ που μας παραχώρησε τις αφίσες και τύπωσε σελιδοδείκτες ειδικά γι αυτή τη βραδιά.

Τον Δήμο Ελευσίνας που εμπιστεύεται τις καλλιτεχνικές μας ανησυχίες και μας βοηθά να τις πραγματοποιούμε.
--------------------------------------------------------------------------------------------------------


---------------------------------------------------------------------------------------------------------

Νίκος Καββαδίας - Βιογραφικό σημείωμα


Ο Νίκος Καββαδίας γεννήθηκε στις 11 Ιανουαρίου του 1910 στην Άπω Ανατολή, στο Νικόλσκι Ουσουρίσκι, μια μικρή πόλη της Μαντζουρίας, στην περιοχή του Χαρμπίν.

Ήταν το δεύτερο παιδί του Χαρίλαου και της Δωροθέας Καββαδία, γεννημένος μετά την Ζένια (Ευγενία) και πριν τον Μίκια (Δημήτρη). Ο πατέρας του, που είχε την ρωσική υπηκοότητα, διατηρούσε επιχείρηση εισαγωγών – εξαγωγών και ήταν τροφοδότης του τσαρικού στρατού, στον οποίο ήταν έφεδρος αξιωματικός. Η μητέρα του προερχόταν από την εφοπλιστική οικογένεια των Αγγελάτων της Κεφαλονιάς.

Εξαιτίας της έκρυθμης κατάστασης στη Μαντζουρία, ύστερα από την έκρηξη της επανάστασης στο Σεσουάν και την παραίτηση του Που Γι, τελευταίου αυτοκράτορα της Κίνας, ο Χαρίλαος Καββαδίας εγκατέλειψε το 1914 τις επιχειρήσεις του και έφερε την οικογένειά του στην Ελλάδα. Τους εγκατέστησε στην Κεφαλονιά, κοντά στους παππούδες και επέστρεψε – μετά τη γέννηση του μικρότερου γιού του, του Αργύρη – στη Μαντζουρία. Όμως η Οκτωβριανή Επανάσταση και ο εμφύλιος που επακολούθησε, τον απέκλεισαν στη Ρωσία. Διώχθηκε, φυλακίστηκε, έχασε τη περιουσία του και τελικά επέστρεψε στην Ελλάδα το 1920 , ένα ανθρώπινο ράκος με κλονισμένα νεύρα.

Η οικογένεια μετακόμισε το 1921 στον Πειραιά κοντά στο Πασαλιμάνι. Τότε πήρε και το βάπτισμα της θάλασσας ο ενδεκάχρονος Νίκος, ταξιδεύοντας σε Σμύρνη και Κωνσταντινούπολη με το «Πολικός» των Αγγελάτων, μαζί με τον πατέρα του που ήταν τροφοδότης του πλοίου.

Στο δημοτικό σχολείο, όπου είχε συμμαθητές τον Γιάννη Τσαρούχη και τον παπα - Γιώργη Πυρουνάκη, ο Καββαδίας άρχισε να εκδηλώνει την κλίση του στο γράψιμο ( έγραφε και στη «Διάπλαση των Παίδων» με το ψευδώνυμο «Ο μικρός ποιητής».

Το 1922 οι Καββαδία νοίκιασαν ένα δωμάτιο του σπιτιού τους σε μια οικογένεια Μικρασιατών προσφύγων από το Τσεσμέ. Η επαφή του Καββαδία μαζί τους, αλλά και με πρόσφυγες από τη Ρωσία, επέδρασε στη διαμόρφωση της ψυχοσύνθεσης και της ιδεολογίας του.

Το 1928 δημοσίευσε στην πειραϊκή εφημερίδα «Σημαία» το πρώτο του ποίημα Ο θάνατος της παιδούλας , αισθαντική απήχηση της συμπόνοιας του για τους βασανισμένους της ζωής. Το υπέγραψε ως Πέτρος Βαλχάλας, επηρεασμένος προφανώς από το φιλολογικό ψευδώνυμο Παύλος Νιρβάνας του αγαπητού δασκάλου του.

Τελειώνοντας το Γυμνάσιο γράφτηκε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Αθήνας , σύντομα όμως εγκατέλειψε τις σπουδές για να εργαστεί σε ναυτιλιακό γραφείο.

Το 1929 πεθαίνει ο πατέρας του από καρκίνο και εγκαταλείπει το γραφείο και τα «χοντρά λογιστικά βιβλία»και μπαρκάρει ναύτης στο φορτηγό « Άγιος Νικόλαος».

Η εγκατάσταση της οικογένειας στην Αθήνα το 1933 υπήρξε σημαντική στροφή στη ζωή του. Τον Ιούνιο εκείνου του χρόνου κυκλοφόρησε η ποιητική του συλλογή Μαραμπού, την οποία ο πνευματικός κόσμος της πρωτεύουσας υποδέχεται πολύ θερμά, θεωρώντας ότι έφερε νέα πνοή στην ελληνική ποίηση.

Το 1939 αποφασισμένος ότι δεν θα σταδιοδρομούσε στη θάλασσα ως πλοίαρχος, πήρε το δίπλωμα του ραδιοτηλεγραφητή Β΄ τάξεως.

Τον Οκτώβριο του 1940 επιστρατεύτηκε και υπηρέτησε στο αλβανικό μέτωπο, ημιονηγός στην ΙΙΙ Μεραρχία, όπου συνεργάστηκε με το περιοδικό «Η λόγχη» που έβγαζαν συμπολεμιστές του στο χωριό Κούδεση. Τότε έγραψε το πεζογράφημά του Στο άλογό μου, που το ευρύτερο αναγνωστικό κοινό γνώρισε μετά το θάνατό του. Το 1941 , μετά τη κατάρρευση του μετώπου και την οπισθοχώρηση, γύρισε πεζή στην Αθήνα όπως χιλιάδες φαντάροι.

Έζησε όλη την Κατοχή στην Αθήνα, πήρε μέρος στην Αντίσταση- αγωνίστηκε « μέσα από τις γραμμές του ΚΚΕ», γράφει η αδελφή του η Τζένια- αρχικά στο ΕΑΜ των ναυτικών, μετά στο ΕΑΜ των λογοτεχνών. Αυτή τη περίοδο έγραψε τα αντιστασιακά του ποιήματα.

Τον Οκτώβριο του 1945 μπάρκαρε δόκιμος ασυρματιστής στο επιβατηγό «Κορίνθια», που έκανε ταξίδια στο Αιγαίο: Πειραιάς-Θεσσαλονίκη-Καβάλα. Δεν είχε πολιτική δράση , όμως δεν έμεινε αμέτοχος. Όταν το πλοίο μπήκε στη γραμμή Πειραιάς – Αλεξάνδρεια – Μασσαλία, μετέφερε υλικό από και προς την Ελλάδα, βοηθούσε διωκόμενους να διαφύγουν στο εξωτερικό.

Τον Ιανουάριο του 1947 εκδόθηκε η δεύτερη συλλογή του, το Πούσι, χωρίς τα πολιτικά του ποιήματα. Η δουλειά του σαφώς ωριμότερη από το Μαραμπού , δέχτηκε επικρίσεις επειδή τα νέα του ποιήματα δεν ήταν πολιτικά.

Το 1949 ανέλαβε καθήκοντα υπεύθυνου ασυρματιστή στο επιβατηγό «Κυρήνεια» και το 1953 πήρε το δίπλωμα ασυρματιστή Α΄ τάξεως. Το Μάρτιο του 1954 ο φίλος του εκδότης Θανάσης Καραβίας του έβγαλε το πεζογράφημα Βάρδια. Η αυτοκτονία, το 1957, του αδελφού του, Αργύρη, που ήταν κι εκείνος ναυτικός, μέσα στο καράβι όπου ήταν καπετάνιος, τον συγκλόνισε τόσο, που σταμάτησε να γράφει.

Το 1964 η οικογένειά του μετακόμισε στο σπίτι της παντρεμένης κόρης της Τζένιας, της Έλγκας, της αγαπημένης του ανηψιάς. Το 1966 γεννήθηκε ο Φίλιππος Χατζόπουλος, ο γιος της Έλγκας, που ο Καββαδίας του αφιέρωσε αργότερα τα Παραμύθια του Φιλίππου, που μπήκαν στη συλλογή Τραβέρσο.

Το 1968 έγραψε τη νουβέλα Λι, που πρωτοδημοσιεύτηκε πολύ αργότερα και το 1969 το πεζογράφημα Του πολέμου, μια ιστορία απ’ τον Αλβανικό. Την ίδια χρονιά η Βάρδια βγήκε στα γαλλικά από τις εκδόσεις Stock με τίτλο En Bourlinguant, μεταφρασμένη από τον Γκι-Μισέλ Σονιέ.

Το 1972 έγραψε το ποίημα Guevara, για τον Αργεντινό επαναστάτη που σκοτώθηκε εν αιχμαλωσία στη Βολιβία.

Τον Δεκέμβριο του 1974 υπέγραψε την αντιμοναρχική διακήρυξη εν όψει του δημοψηφίσματος για την τύχη της μοναρχίας στην Ελλάδα και περιμένοντας να μπαρκάρει πάλι τον Μάρτιο, ξανακοίταζε τα ποιήματα για τη τρίτη του συλλογή Τραβέρσο, η οποία τελικά εκδόθηκε το 1975. Ένοιωθε πολύ αδύναμος. Προαισθανόταν το τέλος και εξέφραζε το φόβο πως δε θα προλάβει να ολοκληρώσει το έργο του.

Ο Νίκος Καββαδίας, ο «Μαραμπού» για τους γνωστούς και τους αναγνώστες του, ο «Κόλιας» για τους φίλους του , ο «Μαυρής» για τους οικείους του, άφησε τη τελευταία του πνοή στις 10 Φεβρουαρίου του 1975, σε μια κλινική της Αθήνας με τη Τζένια στο πλευρό του. Δεν πέθανε στην αγκαλιά της θάλασσας, όπως είχε ποθήσει, αλλά στη στεριά και κατά δυστυχίαν, είχε «μια κηδεία σαν των πολλών ανθρώπων τις κηδείες».

Δεν πρόλαβε να ακούσει μελοποιημένα τα ποιήματά του. Στην ατζέντα του βρέθηκαν τρεις στίχοι που ήθελε – μα δεν έγινε – να προταχθούν στο Τραβέρσο:

Μα ο ήλιος εβασίλεψε κι ο αητός απεκοιμήθη
και το βοριά το δροσερό τον πήραν τα καράβια.
Κι έτσι του δόθηκε καιρός του Χάρου και σε πήρε.

Του Φ. Φιλίππου από το «Επτά ημέρες» της εφημερίδας «Η Καθημερινή» της Κυριακής 28 Φεβρουαρίου 1999 - Αφιέρωμα στον Νίκο Καββαδία.
Όλα τα έργα του Νίκου Καββαδία κυκλοφορούν σήμερα από τις Εκδόσεις «ΑΓΡΑ».
-----------------------------------------------------------------------------------------------------------













Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου